Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

Για δυο γερικα ματια..

Διαβαζα τις προαλλες αυτη την αναρτηση απο το ΖΑΚΤ_ΦΡΑΚΤ και θυμηθηκα κατι που εγινε πριν περιπου ενα μηνα. Τα συναισθηματα που νιωθω καθε φορα που το φερνω στη μνημη μου ειναι ακριβως τα ιδια. Και οσο μενουν ιδια, ξερω οτι δεν θα αλλαξω κι εγω, δεν θα ξεχασω τι δεν ειμαι..

Η γλυκια γιαγιακα με τις ομορφες ρυτιδες στο προσωπο, το λαιμο και τα χερια..
Με τα μεγαλα γυαλια μυωπιας,πρεσβιωπιας που μεσα βλεπεις παντα αυτα τα μικρα γλυκα ματακια που εχουν οι ηλικιωμενοι..
Με τα κοντα -παντα- μαλλακια και τη μακρυα φουστα χειμωνα-καλοκαιρι..
Χαμηλα παπουτσια και αργο αργο περπατημα..
Κραταει παντα μια σακουλα απο φαρμακειο στο χερι και στο δαχτυλο φοραει παντα τη βερα της οσο κι αν τη στενευει.
Μυριζει..γιαγια, αυτη η γλυκια, η ζεστη μυρωδια..
Γλυκια γιαγιακα.. Θες να σε παρει αγκαλια, να τη φιλησεις και να κατσεις να την ακους με τις ωρες να σου λεει ιστοριες απο τα 70-75 χρονια που ζει.
Τη βλεπω να καθεται σε ενα πεζουλακι και σκεφτομαι οτι θα ξεκουραζεται. Πλησιαζω και μου μιλαει..

'κοριτσι μου, μηπως σου περισσευει κατι? 4 μερες τρωω χορτα αλαδωτα που μου εφερε ο γειτονας μου και...' λεει και κατι ακομα αλλα δεν την ακουω, κοιταζω τα ματια αυτης της αξιοπρεπεστατης γιαγιακας που θολωνουν.. τοση ωρα κοιτουσε κατω απο ντροπη..
φαινοταν τοσο πολυ οτι ντρεπεται που ζηταει χρηματα ακομα κι μ'αυτον τον τροπο, διακριτικα, και τωρα με κοιταει..και θολωνουν και τα δικα μου ματια.
Ανοιγεις το πορτοφολι και της δινεις.
Ντρεπεται τοσο πολυ που τα παιρνει, το βλεπεις, της χαμογελας σαν να της λες 'εεεη, δεν πειραζει, γι'αυτο μας τα δινει ο Θεος'..
Ντρεπεται τοσο πολυ..

Και τωρα τα ματια σου ξαναθολωνουν, γιατι δεν της εδωσες περισσοτερα?
Και ξαναθολωνουν γιατι.. πως ειναι δυνατον να συμβαινουν αυτα.. και θυμασαι και την αλλη γιαγιακα που ηταν ακομα πιο μεγαλη απο αυτη, και την ειχες πετυχει εξω απο το φουρνο, που σου ζητησε εστω 10 λεπτα -σου δειχνει τη χουφτα της, εχει 40 λεπτα- για να παρει ψωμι.

Και ξαναθολωνουν τα ματια σου..
Και δακρυζεις..
Και δακρυζεις..
γι'αυτη τη γιαγιακα στο πεζουλι
για την αλλη εξω απο τον φουρνο
για τις αλλες γιαγιαδες που σ'αυτη την ηλικια τις κανουν να ντρεπονται ετσι, που τις κανουν να χανουν την αξιοπρεπεια τους
και γι αυτους που κοιμουνται εξω με τετοιο κρυο
και για τους αλλους που η προνοια του κρατους προνοιας τους αφηνει να αργοπεθαινουν εξω απο τη νομικη, εξω απο το πολυτεχνειο, στην ομονοια
για εκεινους που τους στριμωχνουν σαν τα ζωα 10-10 σε τρυπες που δεν εχουν καλα καλα παραθυρα και τους χρεωνουν με το κεφαλι
και για τους αλλους
και για εκεινους
και για ολους
Για ολα τα ματια που δακρυζουν
Τοση δυστυχια
Τοσα θολωμενα ματια..

Και κλαις..
Και θες να τα γκρεμισεις ολα και να τα ξαναφτιαξεις απο την αρχη, με τα ιδια σου τα χερια. Ολα.
Για να μη ξαναδεις ποτε τετοια θολωμενα ματια..

"Γυρεύω για όλους μας το ίδιο όμορφο στέγαστρο,
φτιάχνω φωτιά για όποιον θέλει κόσμο αταίριαστο.
Για τα μάτια ενός παιδιού που ψάχνει γη, γκρεμίζω ουρανούς,
λυτρώνω μάνες και γιους...
Φυσάει κόντρα σε ολάκερη γη,
τ' αγρια πετούμενα δε βρίσκουν πηγή,
δεν αντέχω της βολής τη σιγή.
Και δω απ' τον τόπο που έζησα τη φυγή,
ρίχνω αλάτι στη βαθιά τους πληγή,
τάζομαι πρόσφυγας και σε καλό να μου βγει.."
Active Member

Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011

Ποιηση..

Λατρευω τη ποιηση. Πραγματικα τη λατρευω. Εκει γυρω στα δεκαεξι, ενας πολύ αγαπημενος μου ανθρωπος με πηρε από το χερι και με πηγε τη πρωτη μου σοβαρη βολτα στους μεγαλους ποιητες. Και καπως ετσι ανακαλυψα έναν ολοκληρο καινουριο κοσμο..

Προσωπικα προτιμω να διαβαζω και να γραφω σε ελευθερο στιχο,νομιζω ότι η αναγκη της ομοιοκαταληξιας με περιοριζει, αλλα θαυμαζω τους ανθρωπους που στα τειχη της ριμας καταφερνουν να εγκλωβισουν την σκεψη τους.

Σημερα θα σας παω ενα ταξιδι στην ερωτικη ποιηση και καποια άλλη μερα θα σας μιλησω για τις άλλες μεγαλες μου αγαπες.. τη Γωγου, τον Καζατζακη, Τον λειβαδιτη..

κι ηθελε ακομα πολύ φως να ξημερωσει..’

Θυμαμαι ποσα ατελειωτα βραδια περασα με ένα χαμηλο φως στο δωματιο διαβαζοντας ξανα και ξανα ποιηματα, ποιηματα, ποιηματα. Ατελειωτα ερωτευμενη –και ενιωτε πονεμενη-, ενιωθα τους στιχους να μαγευουν το μυαλο μου, αλλοτε λειτουργωντας σαν βαλσαμο και αλλοτε σαν αλατι στις πληγες μου.

Μαγευτικοι στιχοι που με ταξιδευαν μακρυα από το μικρο μου δωματιο με το χαμηλο φως. Υπογραμμιζα, ξαναυπογραμμιζα,τα περνουσα με φωσφοριζε μαρκαδορακια,εγραφα διπλα σημειωσεις, αναλυσεις, σκεψεις. Δεν χορταινα!

Νομιζω ότι το πρωτο ποιημα που επεσε στα χερια μου ηταν το ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ του Οδυσσεα Ελυτη..

θα πενθω παντα –μ’ακους?-για σενα, μονος, στον Παραδεισο..επειδη σ’αγαπω και στην αγαπη ξερω να μπαινω σαν πανσεληνος..που πια δεν εχω τιποτε άλλο μες στους τεσσερις τοιχους,το ταβανι,το πατωμα, να φωναζω από σενα και να με χτυπα η φωνη μου..ειμ’εγω, μ’ακους..σ’αγαπω, μ’ακους..που μ’αφηνεις,που πας και ποιος, μ’ακους, σου κραταει το χερι πανω απ’τους κατακλυσμους..στα νερα ένα ένα, μ’ακους, τα πικρα μου βοτσαλα μετρω, μ’ακους, κι είναι ο χρονος μια εκκλησια, μ’ακους, οπου καποτε οι φιγουρες των αγιων βγαζουν δακρυ αληθινο, μ’ακους,πουθενα δεν παω, μ’ακους, η κανεις η κι οι δυο μαζι, μ’ακους, ποιος μιλαει στα νερα και ποιος κλαιει –ακους-ποιος γυρευει τον άλλο, ποιος φωναζει –ακους-? Ειμαι εγω που φωναζω κι ειμαι εγω που κλαιω, μ’ακους? Σ’αγαπω, σ’αγαπω, μ’ακους..πηγαινε πηγαινε κι ας εχω εγω χαθει..μονος, κι ας ειμαι εγω η πατριδα που πενθει..στον Παραδεισο εχω σημαδεψει ένα νησι απαραλλαχτο εσυ..’

Πεθαιναμε από ερωτα λεμε! Και καπως ετσι περασα στην Πολυδουρη, στον καρυωτακη..

‘παρτε το φως!ειναι η στιγμη, τη θελω ολη δικη μου..παρτε το φως, με τυραννει, μου αρνιεται τη ψυχη μου..αυτη είναι η μοιρα μου, μη μ’αγγιζεις..μαζι στον κοσμο μα μοναχοι τωρα, μια μοναξια σαν ταφου σιωπη..μου τρεμουνε τα χειλη στο ονομασου.. θυμαμαι τωρα, οι θυμησες πλημμυρες που με πνιγουν..και δεν αντεχω, θα τάκουσεις όλα, τιποτα δεν εσκεπασεν η ληθη..σου’πα θυμασαι? Πρεπει να υπομενεις..’

Και καπου εκει ερχοταν ο Καρυωτακγς με τον Δρομο, το αγαπημενο μου ποιημα..

‘τωρα μακραινουνε πυργοι παλατια, κλαινε μου οι θυμησες, κλαινε τα ματια,τωρα θανασιμη νυχτα με ζωνει, μεσα μου ογκωνονται οι αφραστοι πονοι, μ’ειδαν, προσπερασαν ολοι αγαπαω, μονος απομεινα κι ερημος παω..’

Στιχοι που με σημαδεψαν ολες εκεινες ‘τις νυχτες που γυρευα μονος να βρω τον χαμενο εαυτο μου, τις νυχτες που μονος γυρνουσα χωρις κανεις να με νιωσει, τις νυχτες που σκοτωσα μεσα μου κάθε παλια μου αυταπατη..(Μαν. Αναγνωστακης) ‘

Και ναααααα το δακρυ κορομηλο, γιατι ημουνα κι αισθηματιας παναθεμα με.. ‘κι εγω που εχω μια ψυχη παιδικη και δειλη που δεν θελει τιποτα άλλο να ξερει από την αγαπη..λησμονησα την αγαπη που είναι μονο αγαπη..φτανουνε μερες που δεν εχεις πια τι να λογαριασεις. Δεν βρισκεις καθρεφτες να φωναξεις το ονομα σου..(Αναγνωστακης)’

Και πιο μετα ο Καρυωτακης μου ξαναχτυπαγε τη πορτα και μου ελεγε..’δεν αγαπας και δεν θυμασαι λες. Κι αν φουσκωσαν τα στηθη κι αν δακρυζεις που δεν μπορεις να κλαψεις όπως πρωτα, δεν αγαπας και δεν θυμασαι, ας κλαις..’Και ο Ριτσος πεταγοταν και σημειωνε πως..’δεν εχει σημασια αν φευγεις η αν γυριζεις, ουτε εχει σημασια που ασπρισαν τα μαλλια μου. Δεν είναι τουτο η λυπη μου, η λυπη μου είναι που δεν ασπριζει και η καρδια μου..αφησε με να’ρθω μαζι σου..’

Λιγο αργοτερα μια βολτα στον θαλασσινο Καββαδια..’φυγε! εσε σου πρεπει στερεα γη, ηρθες να με δεις κι όμως δεν μ’ειδες. Εχω απ’τα μεσανυχτα πνιγει χιλια μιλια περα απ’τις Εβριδες..’

Μετα από τοση μελαγχολια, ειπα να το γυρισω στους εισαγωμενους μηπως και αλλαξει τιποτα. Εκανα μια επισκεψη στον ερωτιαρη Νερουδα, αλλα δεν εμεινα και πολύ. Μεγαλυτερης διαρκειας ηταν οι στασεις μου στον Μποτλαιρ και τον Εντγκαρ Αλαν Ποε, μου μετα τη πρωτη γνωριμια μου με το ‘κορακι’ μου θυμισε πως..’ενώ εκεινο το αδιακοπο ονειρο ειχε ενελπιδη θλιψη, ηταν καλυτερο από την κρυα πραγματικοτητα..’ γιατι στο κατω κατω, η στεναχωρια-στεναχωρια, αλλα χαρη σ’αυτό που τοτε με στεναχωρουσε, πιο πριν –και πιο μετα ;)- ..’ταξιδεψα όταν ο ηλιος αστραφτε, σε ονειρα από δυνατο φως και ομορφια..ημουν ευτυχισμενος και αγαπω τη λεξη ονειρα..δεν εχω λογια –αλιμονο- να πω ποσο ωραιο είναι να αγαπας πολύ.. εβλεπα τον παραδεισο μοναχα μεσα στα ματια της..’

Και καπως ετσι εφτασα στο ‘δεν εχω δακρυα πια για σενα, ψευτρα νυχτια..’ (Πολυδουρη)

Λιγο καθυστερημενα ανακαλυψα και την Κικη Δημουλα..Η αγαπημενη μου ποιητρια.. δεν ξερω ποιο ποιημα της να πρωτογραψω..

'όταν προχωρησα στο διπλανο δωματιο κι αυτό το εκαλεσα ‘φυγη’..’

‘..περασα μερες με βροχη,ενταθηκα πισω απ’αυτό το συρματοπλεγμα το υδατινο, όχι, δεν ειμαι λυπημενη..ειδα πολλα κι ωραια ονειρα και ειδα να ξεχνιεμαι, όχι, δεν ειμαι λυπημενη..περπατησα πολύ στα αισθηματα τα δικα μου και των αλλων κι εμενε παντα χωρος αναμεσα τους να περασει ο πλατυς χρονος, όχι, δεν ειμαι λυπημενη που γερνει η μερα..παντου ετοιμος να γερασει ο κοσμος, εχασα κι από δω,εχασα κι από κει,κι από τη προσοχη μου μεσα εχασα κι από την απροσεξια μου..φοβηθηκα τη μοναξια και φανταστηκα ανθρωπους..επιασα τη φωτια και σιγοκαηκα..οχι, δεν ειμαι λυπημενη..’

‘λυγισα. Ο,τι ειχες να πεις για ανθρωπους που σιγα σιγα λυγιζουν, το ειπες….σαν ένα «δεν βαριεσαι..»…με πραγματα που δεν αντεχουν μη γελας..με πραγματα που δεν υπαρχουν μη γελας….η μοναξια φοβαται μονο τον ανθρωπο διπλα σου..’

‘κι ολη τη νυχτα ακουω και διαβαζω τη βροχη..και μουρμουριζουν ένα εσυ εσυ εσυ..καθε σταγονα κι ένα εσυ, ολη τη νυχτα ο ιδιος παρεξηγημενος ηχος. Αξημερωτος ηχος. Αξημερωτη αναγκη εσυ..κατι μακρυ να διηγηθει και λεει μονο εσυ εσυ, νοσταλγια δισυλλαβη..τοση βροχη για μια απουσια, τοση αγρυπνια για μια λεξη..πολυ με ζαλισε αποψε η βροχη μ’αυτή της τη μεροληψια, ολο εσυ εσυ εσυ.. σαν όλα τα’αλλα να είναι αμελητεα και μονο εσυ εσυ εσυ..’

‘μ’εκλεισε μεσα η βροχη και μενω τωρα να εξαρτιεμαι από σταγονες, όμως που ξερω αν αυτό είναι βροχη ή δακρυα από τον μεσα ουρανο μιας μνημης. Μεγαλωσα πολύ για να ονομαζω τα φαινομενα χωρις επιφυλαξη:αυτό βροχη, αυτό δακρυα. Στεγνη στεκομαι αναμεσα στα δυο ενδεχομενα..βροχη ή δακρυα..ερωτας ή τροπος να μεγαλωνουμε?.. το κάθε τελευταιο τελευταιο το ονομαζω χωρις επιφυλαξη και μεγαλωσα πολύ για να είναι αυτό αφορμη δακρυων..δακρυα ή βροχη, που να ξερω..και μενω να εξαρτιεμαι από σταγονες. Και μεγαλωσα πολύ για να περιμενω άλλο μετρο όταν βρεχει κι όταν δεν βρεχει άλλο. Σταγονες για όλα. Σταγονες βροχης ή δακρυα.απο τα ματια καποιας μνημης ή τα δικα μου..’

‘που εισαι? Κατι πικραινει πιο πολύ απ’το ονομα τους τις πικροδαφνες. Που εισαι?....κι εσυ να εισαι ένα ποτηρι στο πανω πανω ραφι που δεν φτανω..’

‘μιλα. Εχουμε τοση θαλασσα μπροστα μας. Πες κυμα, που δεν στεκεται. Πες βαρκα, που βουλιαζει. Πες στιγμη, που φωναζει βοηθεια όταν πνιγεται. Μη τη σωζεις, πες δεν ακουσα.. μιλα..τραβα μια λεξη απ’τη νυχτα στη τυχη. Μη λες ολοκληρη, πες ελαχιστη, που σ’αφηνει να φυγεις..δεν λιγοστευει η σιωπη με μια λεξη..’

‘άλλο ένα σπασιμο του ολοκληρου.. ολο σπαζει αυτό.πριν καν υπαρξει, σπαζει και σαν να είναι γι αυτόν ακριβως το σκοπο, για να μην είναι.. ολοκληρη ζωη σου λεει ο άλλος..’

‘να με σκεπαζει την αφηνω..με σκεπαζει..να με ξεχνας την αφηνω..με ξεχνας..να με ξεχνας..σε αφηνω..γιατι δεν τα αντεχω τα τιναγματα του μεσα βιου εξω..’

‘γιατι το ξερουν ακομα και οι πολυθρονες πως οποιος ονειρευεται δονειται και υπαρχουν και ονειρα που σε πετανε χαμω..καιρο εχω να μιλησω για ονειρα..καιρο δεν εχω..ονειρα δεν εχω.. συμμετρικη αγωνια..για να μιλησει η κάθε Εξακριβωση θελει να πληρωθει με ονειρα. Και ονειρα να πληρωσω μια ακομα εξακριβωση δεν εχω..και τι σημαινει ονειρο, τι δηλαδη δεν εχω..δεν ηρθε κι ένα απογευμα που να μη γινει βραδυ. Κι ονειρο σημαινει να ερθει κι ένα απογευμα που να μη γινει βραδυ. Να ερθει κι ένα ονειρο που να μη γινει ανθρωπος. Να ερθει κι ενας ανθρωπος που να μη γινει ονειρο. Ξανοιχτηκα πολύ σε ορισμους και είναι επικινδυνο να κλαις χωρις πυξιδα..’

‘η μια πληγη της άλλη μου πληγη να μην την αντιγραφει. Η καθεμια δικο της να ‘χει αγιατρευτο..’

‘καθομαι εδώ και καθομαι. Βρεχει χωρις να βρεχει όπως όταν σκια μας επιστρεφει σωμα. Καθομαι εδώ και καθομαι, εγω εδώ απεναντυ η καρδια μου και πιο περα η κουρασμενη σχεση μου μαζι της. Ετσι για να φαινομαστε πολλοι κάθε που μας μετραει το αδειο.φυσαει αδειο δωματιο. Πιανομαι γερα από τον τροπο μου που εχω να σαρωνομαι.. μη τυχει και ξεχασεις τι δεν εισαι..με ρωτα ο καιρος από πού θελω να περασει..που ακριβως τονιζομαι, στο γέρνω ή στο γερνώ. Αστειοτητες.κανενα τελος δεν γνωριζει ορθογραφια. Νεα σου δεν εχω. Η φωτογραφια σου στασιμη. Όπως βρεχει χωρις να βρεχει.. οσο δεν ζεις να μ’αγαπας. Ναι ναι μου φτανει το αδυνατον. Κι αλλοτε αγαπηθηκα από αυτό. Οσο δεν ζεις να μ’αγαπας διοτι νεα σου δεν εχω κι αλιμονο αν δεν δωσει σημειο ζωης το παραλογο..’

στιχοι που με μαγεψαν, με ταξιδεψαν. Στιχοι που καποτε με εξεφραζαν και καθρεφτιζαν τα συναισθηματα μου. Σημερα, πολύ μακρυα από τετοια συναισθηματα δεν ταυτιζομαι πια με τους περισσοτερους από αυτους τους στιχους, αλλα καποτε εγιναν κομματι μου γι αυτό και θα τους εχω παντα μεσα μου..

Λιγο μελαγχολικη αυτή μου η αναρτηση, αλλα χρεωστε τη στη βροχη.. :)